αρχινάω

αρχινάω

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Смотреть что такое "αρχινάω" в других словарях:

  • αρχινάω — / αρχινώ, αρχίνησα, αρχινισμένος βλ. πίν. 58 (και ως απρόσ. αρχινάει) Σημειώσεις: αρχινάω : έχει την ίδια έννοια με το αρχίζω αλλά απαντάται σπάνια, κυρίως στον απλό προφορικό λόγο και στη λογοτεχνία …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • αρχινώ — αρχινάω / αρχινώ, αρχίνησα, αρχινισμένος βλ. πίν. 58 (και ως απρόσ. αρχινάει) …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»